ΙδεολογίαΚΙΝΗΜΑ - ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ

Ο μύθος ως δύναμη

Κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, όταν οι Λακεδαιμόνιοι εισέβαλαν επανειλημμένα στην γη της Αττικής και την ερήμωσαν (431-425π.Χ.), σεβάστηκαν μόνον μία αττική κοινότητα, την Δεκέλεια. Και αυτό συνέβη επειδή οι κάτοικοι της Δεκέλειας, όταν οι Διόσκουροι προσπαθούσαν να απελευθερώσουν την Ελένη που την είχε αρπάξει ο Θησέας, αψήφησαν την θέλησή του και τους φανέρωσαν το κρησφύγετό της στις Αφίδνες (Ηρόδοτος 9. 73). Μία φιλοσπαρτιατική πράξη στην αχλύ του απόμακρου και αόριστου μυθικού παρελθόντος στάθηκε, επομένως, αιτία ενός πολύ συγκεκριμένου στρατιωτικού μέτρου εξαίρεσης στην πιο φωτεινή ιστορική περίοδο. Πρόκειται για μία πράξη ευγνωμοσύνης, την οποία θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς και την ίδια μυθική, αν δεν υπήρχε μία τόσο αξιόπιστη μαρτυρία.

Στην Ελλάδα οι διαμάχες για εδαφικές διεκδικήσεις διεξάγονται στο πολιτικό πεδίο συχνά με επίκληση σχέσεων ιδιοκτησίας αναγόμενες στον μύθο. Από πολιτική άποψη ο μύθος παίζει ρόλο πολύ μεγαλύτερο από όσο η προϊστορία στους σύγχρονους εθνοτικούς πολέμους. Δεν έχει νόημα να γίνεται εδώ λόγος για σεβασμό προς το λαϊκό αίσθημα ή για έξυπνες κινήσεις πολιτικής τακτικής. Εδώ μιλά η ζωντανή δύναμη του μύθου.

Ο μύθος είναι απώτερο παρελθόν και έχει ταυτόχρονα την δύναμη να παραμερίσει τις λεγόμενες αναγκαιότητες του παρόντος. Αν και βρίσκεται στα χέρια των ποιητών, ο μύθος είναι, επομένως κάθε άλλο παρά απλή λογοτεχνία και μόνο: αποτελεί την κλασική μορφή από την οποίαν ο Έλληνας αναπαριστάνει το παρελθόν του. Και μάλιστα το απόμακρο, το απώτερο παρελθόν, διότι το πιο πρόσφατο παρελθόν δεν έχει καμία θέση στην εικόνα αυτήν ή, όταν κατ’ εξαίρεση περιλαμβάνεται και αυτό, τούτο συμβαίνει μόνο στο μέτρο που μυθοποιείται, όπως στους Πέρσες του Αισχύλου. Η πιστή και με σεβασμό, μεταβίβαση από γενεά σε γενεά της γνώσης του παρελθόντος, αυτή η συλλογική μνήμη που βρίσκει την οργανική της συνέχεια μέσα στο είναι του καθενός, δεν συμπίπτει με την χαρακτηριστική και τόσο αποκαλυπτική μυθική αφήγηση. Αυτό σημαίνει, όσο περίεργο και αν ακούγεται, ότι οι γονείς βρίσκονται εκτός αυτής της συλλογικής μνήμης, και αυτό διότι είναι πολύ κοντινοί συγγενείς, όχι από κάποια ασέβεια αλλά για τον εξής απλούστατο λόγο: ο μύθος έχει στραμμένο το «βλέμμα» του στους προπάτορες. Το συμβολικό μήνυμα του μύθου μας λέει ότι στο απώτερο παρελθόν, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά από ό,τι είναι σήμερα, επειδή όλα ήταν καλύτερα, εφόσον οι ήρωες ήταν πιο δυνατοί, οι γυναίκες ωραιότερες και βέβαια ακόμη και οι εχθροί και οι υβριστές δεινότεροι και σκληροί. Η απόσταση δηλαδή, συνδέεται με την εξιδανίκευση. Μόνο από απόσταση μπορεί να διατηρηθεί εκείνη η εικόνα του μεγαλείου, την πανηγυρική γνώση του οποίου μεταδίδουν οι ποιητές.


Η επίδραση αυτής της ροπής προς την μυθοποίηση είναι τόσο ισχυρή ώστε τα αριστοκρατικά γένη ολοένα και περισσότερο αισθάνονται την ανάγκη των μυθικών φυλετικών προγόνων παρά των σύγχρονων ηρώων ή των θεών ακόμη. Η εξωτερική πλευρά αυτής της αρχικά καθαρά εσωτερικής, βαθύτατα ψυχικής διεργασίας αποτελεί την εκδήλωση μίας βαθιάς κοινωνιολογικής μεταβολής στην δομή του τρόπου με τον οποίον ήταν οργανωμένη η ζωή στην Ελλάδα. Τώρα το γένος ενσωματώνεται στην κοινότητα και αντί του ιδιαίτερου δικαίου και της ιδιαίτερης παράδοσης των μικρών φυλετικών ομάδων, στο προσκήνιο εμφανίζεται το κοινό ή αλλιώς η Πολιτεία.

Η ισχυρή επίδραση του μύθου επάνω στο παρόν είναι φυσικά αμφίδρομη: από την πλευρά του ο μύθος προσαρμόζεται στο παρόν, όπου μέσα του εισρέουν με υπόγειο τρόπο τα χρώματα του παρόντος. Ο Θησέας π.χ., κάποτε ένας ήρωας όπως και τόσοι άλλοι, προσλαμβάνει στην Αθήνα τα χαρακτηριστικά του μυθικού ιδρυτή της πόλης, ή μάλλον του θεμελιωτή της αττικής ενότητας και στην συνέχεια μετατρέπεται σε πρότυπο ενός λαϊκού ήρωα. Ο Αισχύλος πλάθει τις Ευμενίδες μέσα στο μυστηριακό πλαίσιο της Ορέστειας, για να προβάλει την δόξα της Αθήνας και την ανθρωπιστική της δικαϊκή τάξη. Εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν ζωντανό, έναν γνήσιο μύθο, όχι λιγότερο γνήσιο επειδή είναι «πρόσφατος», αλλά διότι διαβλέπουμε τα κίνητρα της διαμόρφωσής του.

Κατά την τελευταία φάση της αττικής τραγωδίας, ο μύθος μεταβάλλεται σε ορισμένες περιπτώσεις σε ένα πέπλο που συγκαλύπτει με διάφανο πλέον τρόπο τα μελήματα του παρόντος. Αργότερα όμως διαρρηγνύεται και ο πέπλος αυτός, και έτσι η τραγωδία και μαζί της ο μύθος, φθάνουν στο τέλος τους.

Ο μύθος δηλαδή, ως μία εικονοπλαστική φαντασία, ως μία ζωτική δύναμη παύει να εμπνέει την κοινότητα η οποία γέμιζε ζωντάνια από τους συμβολισμούς του, και έτσι ο μύθος εκλείπει προς τα τέλη του 5ου αιώνος. Αφήνει ωστόσο βαθιά τα σημάδια του στην δομή του ελληνικού πνεύματος. Οι θεμελιώδεις δυνάμεις του σχετικά με την διάπλαση ενός θεωρητικά απόμακρου, υψηλού καθολικής ισχύος κόσμου, θα επιβιώσουν σε μετασχηματισμένες μορφές ανεξάρτητα του εποπτικού περιεχομένου της μετέπειτα εικόνας του.

Η ανάπτυξη της ελληνικής φιλοσοφίας και μαζί με αυτήν, η υπόλοιπη ευρωπαϊκή σκέψη, περιέχει στον πυρήνα της αυτόν τον μυθικό χαρακτήρα, έναν πυρήνα ο οποίος θυμίζει το λησμονημένο ξίφος που κάπου χαμένο έχει γεμίσει σκουριά αλλά πάντοτε θα περιμένει κάποιον να το ξεβρωμίσει. Έναν πυρήνα για τον οποίον η παράδοση έπαψε να μιλάει και να μεταφέρει τα μηνύματά του στην κοινότητα του δικού της κόσμου. Η αναγέννηση και ανασύσταση αυτού του καθαρότερου, αληθινού κόσμου χρειάζεται μόνο την επανένωσή της με αυτόν τον ζωτικό πυρήνα.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button
Close