ΙδεολογίαΚΙΝΗΜΑ - ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ

Ουσία του μύθου

Ουσία του μύθου

Η ελληνική λέξη «μύθος» δεν σημαίνει στην παλαιότερη γλώσσα τίποτα περισσότερο πέρα από «λόγος». Στην αττική διάλεκτο, αργότερα, βρίσκεται σε αντίθεση προς τον «λόγο» και διότι πλέον σημαίνει «παραμύθι» ή «φανταστική ιστορία», δηλαδή μία παλαιότερη μορφή του λόγου η οποία δεν θεωρείται άλλο αληθής. Ορίζουμε τον μύθο (χωρίς να τον διακρίνουμε από την συντομότερης έκτασης «μυθική διήγηση» {Sage}) ως αφήγηση σημαντικών πράξεων και πεπρωμένων προσωπικών όντων του απώτατου παρελθόντος. Η ιστορία αρχικά δεν διακρίνεται από τον μύθο, παρά μόνον από τον 5ο αιώνα και εξής ο μυθικός χρόνος διαχωρίζεται από τον ιστορικό.

Ο μύθος δεν αποτελεί δρώμενο ή επωδό ούτε και κείμενο ιερό το οποίο απλώς αναπαριστά ή καταγράφει το παρελθόν. Κυρίως είναι αφήγηση που διδάσκει μέσω των συμβόλων του και ως τέτοια αίρεται πάνω από κάθε συγκεκριμένο σκοπό, συμπεριλαμβανομένου και του λατρευτικού. Από την άλλην βέβαια, δεν συνιστά ωστόσο και κάθε αφήγηση μύθο, διότι μύθος δεν είναι οι ευσεβείς θρύλοι ούτε οι διασκεδαστικές νουβέλες και τα ανέκδοτα, μα ούτε και το παραμύθι. Το παραμύθι, παρ’ όλα αυτά, επιβιώνει ως υπόστρωμα μέσα στον μύθο, δυστυχώς όμως χάνοντας διαρκώς την αίγλη του και αυτό.

Όπως το παραμύθι έτσι και ο μύθος είναι ανώνυμος. Αυτό δεν σημαίνει ότι γεννιέται ή δημιουργείται κατά κάποιον μυστικιστικό τρόπο, μέσω κάποιας μαγικής δράσης, αντιθέτως μάλιστα σημαίνει ότι οι δημιουργοί του αποτελούν μία κλειστή κοινότητα και μιλούν προκειμένου να εκφράσουν, μέσα από αυτόν, το «πνεύμα» του λαού, γι’ αυτό και δεν αποδίδουν καμιά αξία στην προβολή της ατομικής δραστηριότητας, ούτε κάνουν αναφορά των ονομάτων τους. Ούτε και οι ίδιοι είναι κάποιοι «επινοητές» του μύθου, ούτε ο μύθος αποτελεί κάποιο προϊόν μίας ποιητικής αυθαιρεσίας. Οι ποιητές υπάρχουν ή θα έπρεπε τουλάχιστον να υπάρχουν προκειμένου μέσα από το στόμα τους να μιλάει όλος ο λαός.

Η λέξη «μύθος» κατά τους τελευταίους τέσσερις αιώνες, κατέληξε να αποτελεί κάποιου είδους σύνθημα ιδιαίτερα στην Γερμανία του 18ου αιώνα όπου και εκδηλώθηκε ένα νέο ενδιαφέρον γι’ αυτόν. Η θεωρία του μύθου μετασχηματίσθηκε πολλές φορές και με τρόπο που προκαλεί σύγχυση. Ο G. Heyne, ήταν ένας από τους πρώτους που δεν είδαν τον μύθο μόνο σαν μία αδιάφορη επινόηση κάποιου, αλλά αναζήτησε σε αυτόν έναν ουσιώδη πυρήνα, αυτό το «πνεύμα» του λαού. Ο ίδιος μάλιστα εντόπισε τούτον τον πυρήνα στον συμβολισμό του μύθου και υποστήριξε ότι, εξαιτίας της αδυναμίας μίας θεωρητικής διατύπωσης, μέσα στον μύθο εκφράζεται μία πρωτόγονη αντίληψη της ιστορίας, της φύσης και του θεού. Ο F. Creuzer, έδωσε μία νέα τροπή στην θεωρία των συμβόλων όπου σύμφωνα με αυτήν, ιερείς από την αρχαία Ανατολή κατέφθασαν την περίοδο των Σκοτεινών χρόνων στην ανοργάνωτη τότε Ελλάδα και για λόγους παιδαγωγικούς περιέβαλαν την πρωτομονοθεϊστική τους διδασκαλία με τον κατανοητό μανδύα των μύθων. Αντίθετα. Ο J. Vopf στάθηκε σταθερός υπέρμαχος της παλαιάς ορθολογιστικής άποψης, ότι δήθεν ο μύθος δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ψευτιές των παπάδων και μυστικιστικές αγυρτείες. Αυτήν την προσέγγιση του Greuzer την προέκτειναν ακόμη παραπέρα ο Gorres και ο Bachofen. Ο γερμανικός νεορομαντισμός έκανε επίσης μία απόπειρα αναβίωσης μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Μετά την θεωρία του Greuzer εκδηλώθηκε μία έντονη και πολλαπλή συντεχνιακή κριτική, σχετικά με το θέμα του μύθου. Το αποφασιστικό βήμα υπέρβασης της θεωρίας το έκανε ο νεαρός τότε, K. O. Müller, ο οποίος με ένα απροκατάληπτο αισθητήριο θεώρησε τον μύθο ως ιστορικό τεκμήριο, με την έννοια που έδινε στον όρο ο αναδυόμενος ιστορισμός, περιθωριοποιώντας μόνο το θρησκευτικό στοιχείο σε υπερβολικό βαθμό. Όσο για την ρομαντική φιλοσοφία, η έννοια του μύθου απέκτησε σημασία από τον Schelling και μετά. Ο W. Dilthey επίσης, προσδιόρισε μία ιδιαίτερη εποχή της «μυθικής αντίληψης», η οποία ακολουθεί την θρησκευτική και ακολουθείται από την μεταφυσική της εποχής του. Εδώ δηλαδή ο μύθος, δεν αποτελεί πλέον μία απλή αφήγηση, αλλά την συνολική κατάσταση μίας εποχής του κόσμου, η οποία φέρει την δική της «μυθική σκέψη».

Βλέπουμε λοιπόν, ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η έννοια του μύθου διευρύνθηκε υπερβολικά και φορτίστηκε ανεπίγνωστα με σύγχρονες αντιλήψεις. Το να τεθεί όμως ένα τέλος στην απαξίωσή του ως εφήμερου παιχνιδιού της φαντασίας ή και ως συνειδητής ακόμη μεταμφίεσης ήταν κάτι το εξαιρετικά ευεργετικό. Ωστόσο δεν υπάρχει ένα καθολικό, κοινό δηλαδή μυθικό στάδιο της ανθρωπότητας, ως μία μυθική «πηγή», το πολύ πολύ να υπάρχει ένα «μαγικό» στάδιο ως μία αφηρημένη έννοια με συμβολισμούς περί δημιουργίας του κόσμου. Ο μύθος δεν αποτελεί (αντίθετα με το παραμύθι) κοινό κτήμα όλων των λαών.

Στην καθαρή του μορφή, σαφώς διαχωρισμένος από το παραμύθι αφενός και από την λατρεία αφετέρου, αποτελεί ένα ανεπανάληπτα ελληνικό δημιούργημα. Ο μύθος είναι μία αφηγημένη ιστορία, όμως ο τρόπος με τον οποίον οι Έλληνες ενσωμάτωσαν τον μύθο στην ζωή τους, στην καθημερινότητά τους, το πως τόσο υπέροχα μυθοποίησαν την ίδια τους την ζωή, ξεπερνά την αφήγηση ιστοριών και αποτελεί πλέον ένα χαρακτηριστικά ελληνικό δημιούργημα, τεράστιας ζωτικής σημασίας, διότι τώρα ο μύθος μέσω των βαθύτατων συμβολισμών του καθοδηγεί την ζωή και ορθώνει τον πολιτισμό.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button
Close