Επιστροφή Στην Ελλάδα

H ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

H ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ Είναι δύσκολο πράγμα να κάνει κανείς λόγο για την πλατωνική φιλοσοφία, και δυσκολότερο είναι ακόμη να κάνει λόγο για την φιλοσοφία του Πλάτωνος στα στενά χρονικά όρια που του παρέχουν τά όρια ενός κειμένου.

Η δυσκολία δε αυτή έχει την ρίζα της και την αιτία της στον ίδιο τον Πλάτωνα, στην προσωπικότητα του φιλοσόφου. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι που ομιλούν για τον Πλάτωνα ή τον αδικούν, ή βλέπουν μόνον μια πλευρά της φιλοσοφίας του και της προσωπικότητός του, προσωπικότητα η οποία ποτέ δεν παρουσιάζεται στην σκηνή των λογικών αγώνων και η οποία πολλές φορές κρύβεται πίσω απο την ποιητική μορφή που έδωσε στον διάλογο.

Αν σκεφτεί κανείς ότι ο Πλάτων ποτέ δεν ομιλεί απ’ ευθείας, αλλά παρουσιάζει την διδασκαλία του με το στόμα άλλων προσώπων, λάβει δε συνάμα υπ’ όψιν του ότι η ανάπτυξη της διδασκαλίας του γίνεται διαλογικά, όπου πολλάκις η γνώμη του Πλάτωνος εκφράζεται με μια λεπτή, σχεδόν ασήμαντη, παρατήρηση, τότε καταλαβαίνει πόσο δύσκολο πράγμα είναι να κάνει κανείς λόγο για την πλατωνική φιλοσοφία.

Περισσότερο αδικείται ο Πλάτων από εκείνους που τον θεωρούν μόνον ως ποιητή, ως καλλιτέχνη, ως τεχνίτη του λόγου, αδικείται δε απ’ αυτούς όχι διότι δεν είναι μέγας καλλιτέχνης, αλλά διότι δεν είναι μόνον αυτό. Ο ίδιος μάλιστα δεν θέλει να είναι τόσο τεχνίτης του λόγου όσο εργάτης του λογικού, δηλαδή φιλόσοφος.

Eδώ κυρίως έγκειται όλο το βάρος της προσωπικότητός του, στην φιλοσοφική του δύναμη. Σπάει μάλιστα με αυτήν όλες τις προλήψεις που έχει η καθημερινή ζωή για την ουσία του κόσμου, περνάει από τις φαινομενικές και τυχαίες πεποιθήσεις που έχουν οι πολλοί για την ζωή, για το πρόβλημα που γεννάει η ζωή, και προχωρεί σταθερά στην ουσία, στην βαθύτερη σημασία που μπορεί να έχει η ζωή του ανθρώπου και ο κόσμος γενικά.

H ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ3Αν ο Πλάτων ειρωνεύεται στον «Ίων» έναν ραψωδό που έχει ως ταμείο γνώσεων τον Όμηρο, δεν το κάνει γιατί ο Όμηρος δεν εμπεριέχει πράγματι για τον αρχαίο θησαυρό ανθρώπινη εμπειρία και τέχνη, αλλά διότι ο ραψωδός νομίζει ότι ο Όμηρος είναι το άπαν.

Ο Πλάτων θέλει και με αυτό να σπάσει την παράδοση, την ανεξέταστη δηλαδή παραδοχή των περασμένων. Κάθε διάλογός του είναι και μία συστηματική προσπάθεια, είναι και ένας διαρκής αγών για να μπεί στην ουσία των προβλημάτων, να κατέβει στο βάθος που έχει η ψυχή του ανθρώπου και που η καθημερινή ζωή παρουσιάζει μόνον την πολυτάραχη επιφάνεια της, και ν’ ανέβει από την άλλη μεριά στο ύψος που μπορεί να φθάσει ο νούς και το πνεύμα του ανθρώπου.

Και για να φθάσει στο ύψος αυτό ξεκινάει από τα κοινά, ξεκινάει από τα πρώτα προβλήματα που του παρουσιάζει η ζωή της πόλεως και της εποχής στην οποία ζεί, ξεκινάει από την πολιτική κατάσταση της πατρίδος του, από την κοινωνική κατάσταση των Αθηνών της εποχής του. Τα προβλήματα όμως και οι ανάγκες που παρουσιάζει η πολιτεία των Αθηναίων γίνονται στον Πλάτωνα αφορμή, του δίνουν απλώς την εξωτερική αιτία, για να σκεφθεί γενικά την ανθρώπινη πράξη και ζωή, για να φιλοσοφήσει επάνω στον άνθρωπο γενικώς. Η σκέψη του ξεκινάει από την πάλη της καθημερινής ζωής, περνάει μέσα από τις κατώτερες ορμές της και τα ωμά της ένστικτα, όπως φανερώνονται στην πολιτική ζωή των Αθηναίων, και φθάνει στους ιδανικούς νόμους, στις ιδανικές μορφές που πρέπει να διέπουν την ζωή, διότι μόνον η επαφή της ζωής μ’ αυτές τις ζωογόνες και πάντα νέες μορφές μπορεί να κάνει την ζωή να κρατηθεί στην αλήθεια, στην ωραιότητα και στην ηθική καθαρότητα.

Και εδώ ο Πλάτων είχε έναν γόνιμο και δυνατό, τον γονιμότερο και δυνατότερο διδάσκαλο που μπορούσε να έχει ο γονιμότερος και δυνατότερος μαθητής στον κόσμο, τον Σωκράτη.

Κοντά του διδάχθηκε πως ο κόσμος και η ουσία του δεν είναι εκείνο που λέμε πάθος, εκείνο που λέμε επιθυμία, αλλά εκείνο που λέμε έννοια, ιδέα.

Έμαθε από τον Σωκράτη ότι η ζωή δεν μπορεί να διατηρηθεί απλώς με το πάθος της, το οποίο είναι καλό και άγιο μόνον άμα δουλεύεται και δεσμεύεται, και άμα κυριεύεται από κάποιες ιδέες, κάποιους κόπους που το κρατούν μέσα στο πλαίσιο του αληθινού.

Έμαθε από τον Σωκράτη πως το πάθος, αυτή η ισχυρή έλξη, είναι ένα θαυμάσιο υλικό, το οποίο θέλει δούλεμα, θέλει λάξευμα με την σμίλη του λογικού, θέλει διάτρηση με την μορφή του ωραίου και κράτημα μέσα στον κόσμο που ο ελεύθερος άνθρωπος επιβάλλει στον εαυτό του.

Έμαθε από τον Σωκράτη, πως το πάθος για την αληθινή ζωή, αποτελεί ένα γόνιμο υλικό ώστε να δημιουργηθεί το καλλιτέχνημα εκείνο που συνολικά θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε “άνθρωπο”, ή οριστικότερα “ελεύθερο άνθρωπο”, όπου μέσα του δουλεύει και ακμάζει ένα λογικό, το οποίο έχει την δύναμη να υποτάσσει στους νόμους του και στα δεσμά του την αχαλίνωτη φύση, και έτσι να φθάνει ο νους στην γνώση της επιστήμης, ένα ον που μέσα του καίει ένα αέναο λυχνάρι, συντηρούμενο με το λάδι του πάθους, και δίδοντας ένα φως, που διαχέεται σε όλο το είναι, σε όλη την ψυχή και τον οργανισμό ακόμα του ανθρώπου, ένα φώς πού τους δίδει αισθητική όψη, τα κάνει δηλαδή ωραία, που μέσα του τέλος, και αυτό έμαθε κυρίως από τον Σωκράτη ο Πλάτων, μπορεί με τον αυτοέλεγχο να γεννηθεί να ανατραφεί και να αρθρωθεί μια φωνή που ομιλεί όταν ο άνθρωπος τίθεται ανάμεσα στο δίλλημα να πράξει η να μην πράξει κάτι.

Και επειδή οι αξίες αυτές που αποτελούν τον ελεύθερο άνθρωπο έχουν μια παντοτινή και ακατάλυτη δύναμη, διότι αυτές στυλώνουν πάντα τον άνθρωπο στην πνευματική του ζωή γενικά, για αυτό και ο Πλάτων, ξεπερνώντας εδώ τον δάσκαλό του, έδωσε σε αυτές ένα νόημα υπερανθρώπινο, είπε δηλαδή ότι αυτές οι αξίες δεν διέπουν μόνον τον άνθρωπο, αλλά όλη την φύση και τον κόσμο γύρω μας. Και αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μόνον της ελληνικής νοοτροπίας, δεν βγήκε μόνον από το πλαίσιο που διέγραψε ο ελληνικός νους, διότι ο Πλάτων έδωσε στο πλαίσιο αυτό πλησιέστερη και πλουσιότερη μορφή. Όπως με την δύναμη των αξιών αυτών του λογικού, του αισθητικού και του ηθικού οικοδομείται εκείνο το ον που ονομάζουμε “ελεύθερο άνθρωπο”, έτσι θα πρέπει και ο κόσμος να έχει κτισθεί με τις ίδιες μορφές, αν και εδώ το πράγμα είναι κάπως αμυδρότερο, κάπως ασθενέστερο, γιατί οι ιδέες φανερώνονται στην φύση μόνον εικονικά.

Για τον ίδιο δε λόγο που προηγουμένως ονόμασαν τον άνθρωπο, τον ελεύθερο άνθρωπο, καλλιτέχνημα, για τον ίδιο λόγο ονόμασαν οι Έλληνες την κτίση και την πλάση γύρω τους κόσμο, δηλαδή κόσμημα.

Όπως ένα κομμάτι κλασσικής μουσικής είναι ωραίο διότι ενσαρκώνεται και ολοκληρώνεται από μια κεντρική ιδέα, από ένα βασικό νόημα που διακλαδώνεται στους άπειρους μουσικούς τόνους και τους συγκρατεί στο πλαίσιο της μουσικής ενότητος, έτσι και ο κόσμος γύρω μας είναι ωραίος και θαυμαστός γιατί είναι εμψυχωμένος και σφιχτοδεμένος από κάποιες κεντρικές μορφές, κάποιους νόμους σιδερένιους.

Και το πλέον θαυμαστό από όλα τα άλλα είναι ότι το λογικό του ανθρώπου, όπου άμα αναλυθεί στα στοιχεία του, παρουσιάζει τους ίδιους τους σιδερένιους νόμους, ακολουθεί τις ίδιες τις ιδέες που φανερώνονται αμυδρά στην επιφάνεια της ποικιλίας των φαινομένων, και που τις βρίσκει ο νους του ανθρώπου όσο προχωρεί στο βάθος των πραγμάτων. Και τις βρίσκει διότι τις έχει μέσα του, διότι το ίδιο που βρίσκει στον αντικειμενικό κόσμο, το ίδιο υπάρχει και στην ψυχή του και στον νου του.

Από την στιγμή που ο Πλάτων έκανε αυτή την ανακάλυψη, άλλαξε όλος ο διανοητικός του κόσμος, ανετράπη μέσα του όλο το γνωστικό σύστημα που είχε και που ήταν κυρίως το σύστημα της ενστικτώδους και συναισθηματικής αντιλήψεως των πραγμάτων. Αυτή ήταν η πραγματική επανάσταση στην ζωή του. Αυτός είναι ο ιστορικός “δεύτερος πλούς” της ζωής του.

Από την στιγμή που η ουσία των πραγμάτων έγκειται στις γενικές, κεντρικές μορφές, και όχι εις τα άπειρα φαινόμενα, όχι στις άπειρες αποχρώσεις που μας παρέχουν οι αισθήσεις για τα πράγματα, αλλάζει γενικά η εικόνα, όχι μόνον του κόσμου αλλά και της επιστήμης για τον κόσμο.

Η επιστήμη, για να γνωρίσει τον κόσμο, δεν μπορεί πια να στηριχθεί απλώς στα φαινόμενα, στις άπειρες αλλοιώσεις που παρουσιάζουν τα πράγματα γύρω μας. αλλά θα πρέπει να ζητεί νόμους, θα είναι υποχρεωμένη να ερευνά τα φαινόμενα όχι σύμφωνα με τις άπειρες μεταβολές που παρουσιάζουν και οι οποίες στην πραγματικότητα είναι ασύλληπτες, αλλά σύμφωνα με κάποια μόνιμα μέτρα, με κάποια λογικά σταθμά, τα οποία ο Πλάτων τα ονομάζει “ιδέες”.

Με αυτές πρέπει η επιστήμη να δέσει και να κυριεύσει τα φαινόμενα, να τα εξηγήσει λογικώς. Αυτό σημαίνει το αίτημα της αρχαίας επιστήμης “σώζειν τα φαινόμενα”. Και οι ιδέες αυτές υπάρχουν στην απόλυτη διαύγεια και ολόκληρη καθαρότητά τους μόνον στον νου του ανθρώπου, μόνον στον νοερό ορίζοντα του ανθρώπου. Δεν υπάρχουν όμως στον νου του ανθρώπου ως κάτι τυχαίο, κάτι που μπορούσε και να μην υπάρχει, όπως μια απλή γνώμη που σήμερα είναι και αύριο δεν είναι, αλλά ως νόμοι, ως νοερά δεσμά, τα οποία ο άνθρωπος που κάνει επιστήμη ή και ο άνθρωπος πού πράττει ηθικά ή και εργάζεται δημιουργικά στον αισθητικό κόσμο, δεν μπορεί, δεν πρέπει να τα αποφύγει, αν θέλει να κάνει κάτι άξιο.

Η ιδέα που διαπνέει ένα μεγάλο έργο μουσικής, ή η ιδέα που κρατεί από την αρχή έως το τέλος ένα δράμα, αυτές είναι για τον μουσουργό και για τον δραματουργό δεσμευτικά αιτήματα, είναι δεσμά νοερά, τα οποία μόλις τα διαφύγει καταστρέφει ο ίδιος τα έργα του, σπάζει την ενότητα και με αυτό την ωραιότητα του έργου του. Για αυτό όσο ωραιότερο είναι ένα έργο τέχνης τόσο βαρύτερα δεσμά πρέπει να έχει βάλει ο καλλιτέχνης στον εαυτό του, όσο ελεύθερο και υψηλό και ακέραιο μας φαίνεται εμάς το έργο άμα το απολαμβάνουμε, τόσο περισσότερο δεμένος και περιορισμένος μέσα στο πλαίσιο της ιδέας του είναι ο δημιουργός του έργου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι και ανελεύθερος, διότι τα δεσμά αυτά της ιδέας τα επέβαλε ο ίδιος ελεύθερα στον εαυτό του για να ελευθερωθεί από τα τυχαία, ώστε να δημιουργήσει κάτι, για να συλλάβει, ας πούμε με τους μουσικούς τόνους, όλη την ποικιλία και την ακατάπαυστη ροή των αισθημάτων του και των συναισθημάτων του, που παρουσιάζουν την ίδια παροδικότητα με τα άπειρα και απείρως αλλοιούμενα φαινόμενα γύρω μας.

Αίτημα λοιπόν σκληρό, αλλά γόνιμο! Εάν θέλεις να δημιουργήσεις έναν αισθητικό κόσμο, να αποκρυσταλλώσεις δηλαδή στον αντικειμενικό κόσμο του πνεύματος, τα ακατάπαυστα αισθήματα σου, χωρίς απλώς να τα απονεκρώσεις ή και να τα αποστεώσεις, πρέπει, εφ όσον βέβαια έχεις μέσα σου την δύναμη που απαντάει στο πρέπει με ναι, να προσπαθήσεις να βρεις την ιδέα μέσα σου και άμα την βρεις να της αφοσιωθείς, να μπείς στο ζυγό της και να την υπηρετείς αδιάκοπα, και τότε θα μπορέσεις όλο σου τον κόσμο τον εσωτερικό, όχι μόνον να τον διατηρήσεις, πράγμα που δεν έχει και τόση σημασία, αλλά κυρίως να τον διαμορφώσεις, να τον διαπλάσεις αισθητικά και να τον εκφράσεις έτσι ώστε να συγκινεί και τους άλλους.

Έτσι δημιουργείται εκείνο που ονομάζουμε τέχνη, έτσι δουλεύουν οι δημιουργοί της.

Συλλογισθείτε την πάλη, τα δεσμά, και τον ζυγό των μεγάλων δημιουργών για να καταλάβετε πως δημιουργείται η τέχνη. Σκεφθείτε με πόση δύναμη, με πόση αντοχή κρατιέται ένας Βeethoven μέσα στον ζυγό που του επιβάλλει η μουσική του ιδέα, η κεντρική δηλαδή εκείνη δημιουργική μορφή μουσικής, που χαρακτηρίζει γενικά την προσωπικότητα του Beethoven.

Σκεφθείτε με πόση αντοχή και πόση καρτερία κρατιέται ένας Σωκράτης στο ηθικό ύψος που ο ίδιος είχε ανέβει, γιατί ο ίδιος είχε ανακαλύψει την ιδέα της ηθικής και είχε δέσει με αυτήν όλο του το είναι, σκεφθείτε λοιπόν με πόσην αντοχή κρατιέται ο Σωκράτης στο ηθικό του ύψος την ώρα που έρχεται ο πλούσιος μαθητής του Κρίτων και του λέει ότι μπορεί να δραπετεύσει γιατί σκοπεύει να δωροδοκήσει τον δεσμοφύλακα.

Και ο Σωκράτης και ο Beethoven αντέχουν κάτω από τον ζυγό της ιδέας των, επιμένουν να υπηρετούν τον νόμο που οι ίδιοι επέβαλαν στον εαυτό τους, διότι είναι πεπεισμένοι ότι η ζωή τους χωρίς αυτόν τον ιδεολογικό δεσμό, χωρίς τον ανώτερο αυτόν σκοπό, δεν έχει ουδεμία σημασία και θα περάσει όπως περνάν οι ζωές των πολλών.

Ο ανώτερος αυτός σκοπός, που έθεσαν στον εαυτό τους, ενσαρκώνει, και αυτή είναι η αδιάσειστη πεποίθηση του Πλάτωνος, την αλήθεια της ζωής. Η αλήθεια δηλαδή και η αξία της ζωής δεν βγαίνει από την ίδια την ωμή ζωή, αλλά έγκειται πάντα στους σκοπούς, στις ιδέες που αναγνωρίζει η ζωή ως αληθινές αξίες του εαυτού της και ως κατευθυντήριες γραμμές της πορείας αυτής!

Έπειτα η αλήθεια της ζωής δεν έγκειται στις τυχαίες γνώμες και στις κούφιες προλήψεις που φέρνει, που σέρνει η ζωή μαζί της μέσα στην ιστορική της πορεία, αλλά στις αναγκαίες και απαράβατες εκείνες πνευματικές μορφές, που τις βρίσκει κανείς σε κάθε εκδήλωση, και στην ελάχιστη ακόμα, εκδήλωση της συνειδητής και πνευματικά δουλεμένης ζωής.

Η ωμή ζωή φέρνει βέβαια κάτι πολύ σπουδαίο μαζί της, κάτι που αν δεν υπάρχει, δεν είναι δυνατόν ούτε και τους σκοπούς τους ανώτερους να υπηρετήσει, ούτε και τον εαυτό της να μορφώσει. Η ωμή και αδούλευτη ακόμα ζωή φέρνει μαζί της την έλξη, τον έρωτα για την πνευματική , ηθική και αισθητική της δημιουργία.

Δεν μπορεί δε η ωμή, αδούλευτη ακόμα ζωή να συναντηθεί με τις ιδέες, (που μπορεί να έχουν και υπερκόσμιο χαρακτήρα, γιατί όπως μας δείχνει ο Πλάτων κρατούν τον κόσμο γενικά), δεν μπορεί λοιπόν η ωμή ζωή να αντικρύσει πρόσωπο με πρόσωπο τις δημιουργικές ιδέες, την ιδέα της αλήθειας, την ιδέα του κάλλους και της ωραιότητος, πολύ δε λιγότερο να αντικρύσει την ηθική ιδέα (την οποία τόσο ηρωϊκά πραγματοποίησε ο Σωκράτης), αν δεν πλημμυρίζει από έρωτα, αν τα σπλάχνα της δεν καίγονται από τον καημό για την ιδέα, αν δεν λιώνει το εσωτερικό της από τον πόθο για την ιδέα, από τον αμάραντο πόθο για το αληθινό, για το αγαθό, για το ωραίο, και γενικά για τον ανώτερο σκοπό που μπορεί να ολοκληρώσει την ύπαρξη του ανθρώπου.

Η ωμή και αδούλευτη ζωή. τότε μόνον θα μπορέσει να εξυπηρετήσει τον ανώτερο σκοπό της, να εργασθεί για την πραγματοποίηση του, όταν κυριευθεί από αυτό το πάθος , από αυτόν τον έρωτα για τις ανώτερες ιδέες. Αυτό διδάσκει ο Πλάτων πρώτος, μέσα στην ιστορία του πνεύματος.

Τι θα πεί όμως αυτό ; Τι σημαίνει να καίγεται από τον έρωτα για τον σκοπό της ; Τι είναι γενικά έρως για το αγαθό, το ωραίο και το αληθινό; Ή καλύτερα γιατί δεν μπορεί η ζωή να σταθεί, δεν μπορεί να προκόψει χωρίς αυτό το αίσθημα ; Αυτό το αίσθημα που έχει η ζωή μέσα της και που την κυριεύει σημαίνει ότι ζητάει κάτι που δεν το έχει. Με αυτό το αίσθημα φανερώνεται ότι η ζωή είναι φτωχή, την δέρνει μια πνευματική πενία, γιατί όταν τείνει κανείς κάπου με τον πόθο του και όταν θέλει να περιβάλλει κάτι με τον πόθο του αυτόν, θα πεί ότι το κάτι αυτό δεν το έχει, του λείπει.

Έτσι και η ζωή ζητάει με τον έρωτα, η ζωή που μοχθεί για κάτι ανώτερο, η ζωή ενός καλλιτέχνη, ενός φιλοσόφου, ενός πολιτικού, ενός ιδρυτού θρησκείας, η ζωή του πολιτισμού γενικά, ζητάει κάτι που δεν έχει, αισθάνεται δηλαδή κενή ως προς το κάτι αυτό και θέλει, με τον έρωτα που έχει για το κάτι αυτό, να το κάνει δικό της.

Όταν λοιπόν η ζωή ποθεί τις ιδέες, ποθεί το ωραίο, το αληθινό και το αγαθό, και γενικά όταν ποθεί την μορφή, ζητάει με αυτό την μόρφωσή της, θέλει να αποκτήσει τα αγαθά αυτά, θέλει να υπηρετήσει τους σκοπούς αυτούς, που της δίνουν αξία, που την ανυψώνουν από το απλό, ζωϊκό της επίπεδο, στον νοερό ορίζοντα του ωραίου, του αληθινού και γενικά του πνευματικού κόσμου.

Με άλλα λόγια η ζωή ζητάει έναν πνευματικό πλούτο. Γι αυτό ο Πλάτων παριστάνει τον έρωτα σε έναν θαυμάσιο μύθο ως τέκνο της πενίας και του πλούτου, δηλαδή παιδί της πνευματικής φτώχειας και αφθονίας, και για αυτό οι θεοί που είναι πλούσιοι από πνευματικά αγαθά, δεν έχουν μέσα τους τον έρωτα, δεν είναι, ας πούμε φιλόσοφοι, αλλά σοφοί, φιλόσοφοι είναι μόνον οι θνητοί, διότι έρωτα έχουν μέσα τους μόνον τα θνητά όντα, μόνον οι άνθρωποι.

Ποιά είναι όμως τα αγαθά εκείνα που ζητάει η ζωή με τον έμφυτο έρωτα της; Που τείνει η ζητιάνα ζωή με τον αδιάλειπτο και ακατάλυτο πόθο της;

Tο πρώτο πνευματικό αγαθόν είναι για τον Πλάτων η επιστήμη. Μέσα στην επιστημονική γνώση στηρίζει ο φιλόσοφος και όλη την πνευματική ζωή, γιατί μόνον αυτή διδάσκει τον άνθρωπο να χωρίζει το βέβαιο από το αβέβαιο, το αληθινό από το ψεύτικο, το γερό από το κούφιο. Μόνον η επιστημονική γνώση φέρνει τον άνθρωπο στην καθολική εκείνην κατανόηση της ζωής, διότι στον Πλάτων επιστήμη δεν σημαίνει να αναλύσει κανείς απλώς τα πράγματα, και να χάνεται μέσα στην ανάλυση αυτήν και αυτός και τα πράγματα, όπως συμβαίνει πολλές φορές με την σημερινή μας επιστημονική εργασία, αλλά επιστήμη σημαίνει στον Πλάτωνα να είναι κανείς σε θέση εκείνο που ανέλυσε και θεωρητικά διαίρεσε στα στοιχεία του να το επανασυνθέσει, να το δεί πάλι ολοκληρωτικά και ακέραια, χωρίς το κομμάτιασμα, να μπορεί να ζωντανεύει πάλι δημιουργικά εκείνο που θανάτωσε για να το καταλάβει. Η ανάλυση δηλαδή, και η κατατομή των πραγμάτων είναι καλή μόνον για να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τα πράγματα, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί και τον κύριο σκοπό της επιστήμης, ο οποίος είναι πάντοτε συνθετικός, είναι πάντοτε δημιουργικός.

Έτσι δίνει ο Πλάτων στην επιστημονική γνώση μία οπτική εντελώς διαφορετική από την οπτική που παρουσιάζει σήμερα, όσο προχωρημένη και αν είναι, η σημερινή επιστήμη.

Στον αρχαίο Έλληνα γενικώς και ειδικώς στον Πλάτωνα η επιστημονική γνώση παρουσιάζει μια πλαστική, μια καθαρώς καλλιτεχνική όψη. Εκτός αυτού, η καλύτερα ένεκα ακριβώς αυτού, η επιστήμη στον αρχαίο Έλληνα και ειδικά στον Πλάτωνα δεν εννοείται ως κάτι χωριστό, αποκομμένο από τον άνθρωπο, από την ψυχή και τον χαρακτήρα του ανθρώπου γενικά, αλλά κάτι που αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο και συστατικό του χαρακτήρος του και του ήθους του γενικά.

Κάθε επιστημονική σκέψη στον αρχαίο Έλληνα δεν εκτελείται δηλαδή μηχανικά, όπως συμβαίνει σε μας σήμερα και γενικά στο νεώτερο πολιτισμό, αλλά πραγματοποιείται από τον άνθρωπο, από ολόκληρο τον άνθρωπο. Έτσι η επιστήμη και ο άνθρωπος είναι στην αρχαία Ελλάδα αναπόσπαστα ενωμένα και αποτελούν μαζί ένα αρχιτεκτονικό σύνολο, ένα καλλιτέχνημα, το καλλιτέχνημα εκείνο που τόσες φορές το βλέπουμε πραγματοποιημένο στα αγάλματα των αρχαίων, τα οποία συνδυάζουν την γνώση με την πλαστικότητα και το ήθος.

Τέτοια καλλιτεχνήματα, τέτοια δείγματα αυτού του αρμονικού συνδυασμού της γνώσεως, της πλαστικότητος και του ήθους είναι και τα έργα του Πλάτωνος, είναι αυτοί οι διάλογοι του φιλοσόφου. Είναι αρμονικά σύνολα όπου συζούν και συνυφαίνονται η γνώση, η πλαστικότης και το ήθος, κατά τρόπο που ποτέ πια δεν παρουσιάσθηκε, όχι μόνον στην ιστορία του Ελληνικού πνεύματος, αλλά και στην ιστορία του πνεύματος γενικά.

Ο Πλάτων με τον διάλογό του, και γενικά με την φιλοσοφία του, αλλά και με την τέχνη του, πραγματοποίησε ολοκληρωτικά και ακέραια το ιδανικό του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, τον σκοπό δηλαδή που ο αρχαίος πόθος, ο αρχαίος έρως, έβαλε στην ζωή του, δηλαδή πραγματοποίησε εκείνο που τόσοι άλλοι αρχαίοι μόνον αποσπασματικά κατόρθωσαν να επιτύχουν, την απόλυτη αρμονία μεταξύ της γνώσεως, πλαστικότητος και ήθους. Γι’ αυτό ο Πλάτων είναι και ο ακεραιότερος αρχαίος άνθρωπος, είναι ο άνθρωπος εκείνος που την γνώση του για τον κόσμο, και την θεωρητική του αντίληψη για τον κόσμο, δεν μας την παράστησε μηχανικά ως κάτι αποκομμένο από την ψυχή, αλλά αρμονικά με αυτήν ενωμένη, ως κάτι που δεν αποκόπτεται από την ψυχή.

Σε άλλους πολιτισμούς έχουμε ή την γνώση χωρισμένη από την αρετή, όπως στον σημερινό, ή το ωραίο χωρισμένο από το αγαθό, όπως στην αναγέννηση ή έχουμε την γνώση δούλη σε δογματικούς δεσμούς όπως στον μεσαίωνα. Μόνον στην αρχαία Ελλάδα και ειδικά στον Πλάτωνα τα στοιχεία αυτά του πολιτισμού, τα πνευματικά αυτά αγαθά του ανθρώπου είναι αρμονικά ενωμένα και συνυπάρχουν και αποτελούν τον άνθρωπο ή καλύτερα τον ελεύθερον άνθρωπο.

Όπως η πλαστικότης είναι αχώριστη από την γνώση του αρχαίου, και ειδικά του Πλάτωνος, έτσι και το αγαθό είναι βαθύτατα ενωμένο με την γνώση, διότι το αγαθό στον Πλάτωνα, όπως και στον Σωκράτη, δεν έχει αξία άμα γίνεται τυχαία ή εάν ακολουθεί κάποια παράδοση ή κάποιο ένστικτο, αλλά μόνον όταν προκύπτει από την γνώση. Η αρετή γενικά είναι γέννημα της γνωστικής δυνάμεως του ανθρώπου, γιατί μόνον η γνώσις ξεκαθαρίζει στην συνείδηση του ανθρώπου τα αίτια, τα κίνητρα, και τους σκοπούς της αρετής.

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να πράξει ηθικά, να δώσει δηλαδή στην ζωή του ένα βαθύτερο ηθικό περιεχόμενο, που να στηρίζεται στην ελεύθερη και αυτόνομη συνείδησή του, αν δεν έχει την γνώση, αν πρώτα-πρώτα δεν ξυπνήσει μέσα του όλη η γνωστική του δύναμη.

Γι’ αυτό στον Πλάτωνα η κλίση προς την αλήθεια, στην καθαρώς επιστημονική αλήθεια, έχει μία ηθική σημασία, είναι κατά βάθος μία ηθική πράξη, διότι αυτή του δείχνει πως πρέπει να πράττει για να δημιουργεί και να διατηρεί μέσα του μία ψυχική αρμονία, η οποία οδηγεί σε μια γενικότερη, κοινοτική αρμονία, διότι αυτός είναι ο ορισμός του αγαθού στον Πλάτωνα, αυτό είναι εκείνο που δημιουργεί αρμονία ανάμεσα στην ψυχή του ανθρώπου και στην ζωή της κοινότητος και του έθνους, να πράττει o καθένας το καθήκον του, να εκτελεί δηλαδή εκείνο που ως καθήκον του αναλογεί και να αφήνει στους άλλους όποιο έργο τους έχει δοθεί, να πραγματοποιεί με άλλα λόγια τον σκοπό τον οποίον ευρίσκει μέσα του, να δίνει ουσία ηθική στον πόθο που τον διαπνέει ώστε να γίνει και αυτός άξιο μέλος της κοινότητός του , να εκπληρώσει δηλαδή τον σκοπό για τον οποίο υπάρχει.

Όταν κανείς εκτελεί τον σκοπό αυτόν, όταν περιορίζεται στην εκτέλεση εκείνου που ως καθήκον του επιβάλλεται, ποτέ δεν θα ‘ρθει σε αντίθεση με το γενικό καλό, με το γενικό αγαθό, διότι και το γενικό αγαθό βγαίνει από την εκτέλεση και πραγμάτωση των ειδικών καθηκόντων για τον ανώτερο σκοπό.

Είναι μια αρμονία που γεννιέται από τους ειδικούς σκοπούς, όταν ο καθένας από αυτούς κρατιέται στα ηθικά του όρια, όχι στα όρια που μπορεί να έχουν οι επιθυμίες του, γιατί αυτές από φύσεως δεν έχουν όρια, αλλά στα όρια που επιβάλλει κανείς στον εαυτό του, άμα σκεφθεί ότι αυτό που κάνει αυτός θέλει να κάνουν και οι άλλοι για αυτόν για να μπορέσει και αυτός να αναπτύξει την δράση του.

Η ηθική ζωή είναι δηλαδή στον Πλάτωνα μία αρμονία και μάλιστα είναι οικοδομημένη ρυθμικά, όπως και η αρχαία τέχνη, όπου το κύριο γνώρισμα είναι η αρμονία, δηλαδή ο σχηματισμός εκείνος όπου το κάθε πράγμα, η κάθε μορφή, κρατιέται στα φυσικά της όρια, εμβαθύνει στην δυναμικότητα που μπορεί να έχει, χωρίς να επιβαρύνει τις γειτονικές της μορφές, χωρίς να καταπατά τα δίκαια που έχουν οι άλλες μορφές.

Αυτή είναι η πλαστικότης στήν αρχαία τέχνη που φανερώνεται με την φυσική ανάπτυξη και κανονική διαμόρφωση όλων των μελών που μαζί αποδίδουν κάτι ισχυρά οργανικό, κάτι που είναι αδιαίρετο, όπως ακριβώς είναι τα αρχαία αγάλματα.

Όπως στο αρχαίο άγαλμα η ενότης και η αρμονία επιτυγχάνεται με τον συντονισμό όλων των κατ’ ιδίαν μορφών, όλων των μελών του σώματος, έτσι και στην ηθική ζωή, όπως την εννοούν οι αρχαίοι και ειδικά ο Πλάτων, η πολιτεία δημιουργείται με την εκτέλεση όλων των ειδικών σκοπών, όλων των κατ’ ιδίων έργων, με τέτοιον τρόπο όμως ώστε ο ένας σκοπός να μην καταδυναστεύει τον άλλον.

Όπως στην πλαστική πρέπει όλο το σώμα γυμνό και ακέραιο να πάρει τις φυσικές του και κανονικές μορφές που το κάνουν ιδανικό, έτσι και στην ηθική πρέπει όλες οι δυνάμεις και όλα τα πάθη που έχει ο άνθρωπος να χρησιμοποιηθούν ως υλικό για να οικοδομηθεί το ακέραιο και αυθυπόστατο όν που λέγεται ελεύθερος άνθρωπος, άνθρωπος δηλαδή που με τις δυνάμεις που έχει μέσα του έβαλε σκοπό στην ζωή του να δημιουργήσει κάτι, χωρίς να βλάψει και τον σκοπό του άλλου. Άξια παρατηρήσεως η διαφορά πού υπάρχει μεταξύ της αρχαίας πλαστικής και της μεσαιωνικής βυζαντινής ζωγραφικής για να καταλάβετε τι διαφορά υπάρχει και μεταξύ αρχαίας και χριστιανικής ηθικής. Ενώ στην πλαστική των αρχαίων παρουσιάζεται όλο το σώμα, αναπτυγμένο και διαμορφωμένο στην τελειότητα του, ως ακέραιος οργανισμός που από παντού αναβλύζει ζωή και από παντού θα έλεγε κανείς, κατά παράδοξο τρόπο, πως έχει αίσθηση γνωστική, είναι δηλαδή ένα ακέραιο και τέλειο όργανο που δουλεύει στους σκοπούς και στις ιδέες της ψυχής, στην βυζαντινή ζωγραφική το σώμα είναι κρυμμένο και καχεκτικό, όπου φαίνεται μόνον το πρόσωπο και από το πρόσωπο τονίζονται περισσότερο τα μάτια, όπου συγκεντρώνεται όλη η ζωή του σώματος. Το άλλο δηλαδή σώμα στην βυζαντινή τέχνη, και γενικά στην βυζαντινή νοοτροπία, δεν έχει τόσα δίκαια ζωής όσα το πρόσωπο, και για αυτό καταδυναστεύεται και παραγκωνίζεται.

Το ίδιο συμβαίνει και με την ηθική πράξη. Ενώ στον αρχαίο η ηθική πράξη έχει σκοπό να πάρει όλα τα στοιχεία που έχει ο άνθρωπος μέσα του, όλα τα πάθη και με τον λογισμό και με το ωραίο να τα χρησιμοποιήσει ως υλικό, για να οικοδομήσει τον ηθικό του κόσμο, διότι χρειάζεται δυνάμεις για να υπάρξει ηθικά, χρειάζεται ένα περιεχόμενο για να το μορφώσει ηθικά, στον μεσαιωνικό, στον βυζαντινό, και γενικά στον χριστιανικό, ας πούμε, άνθρωπο τα πάθη, οι σκοτεινές δυνάμεις δεν γίνονται υλικό χρήσιμο, αλλά απονεκρώνονται, ο αρχαίος δηλαδή ανυψώνει το πάθος από την ωμή του και αδούλευτη κατάσταση στον ορίζοντα της ωραιότητος, στον κόσμο τον αισθητικό και τον ηθικό που δημιουργεί μέσα του, ενώ ο χριστιανικός άνθρωπος εκριζώνει το πάθος του, δεν το μορφώνει, δεν το παίρνει ως υλικό για να το πλάσει και να το ανυψώσει σε μορφές αισθητικές και ηθικές αλλά το πνίγει.

Αυτή είναι μία σημαντική διαφορά μεταξύ της αρχαίας φιλοσοφικής (της πλατωνικής) και της χριστιανικής ηθικής. Η πρώτη θέλει τον άνθρωπο ακέραιο και για αυτό παίρνει όλες του τις δυνάμεις, και όλα του τα πάθη, και τα πιο γήϊνα και τα πιο σκοτεινά, και τα δουλεύει με την αισθητική μορφή, τα πλάθει και δημιουργεί έναν άνθρωπο που από την μία μεριά πατάει σταθερά στην γη και ξέρει πως η γη είναι η μάνα του και από την άλλη μεριά υψώνεται με τον νου του ως τον ουρανό, ξέρει δηλαδή ότι ο ουρανός, δηλαδή όλος ο αισθητικός, επιστημονικός, ηθικός και γενικά ο πνευματικός του κόσμος είναι καρπός αδιάκοπης εργασίας, είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς με το υλικό που του δίνει η γη, με το υλικό που βρίσκει μέσα στον κόσμο των παθών του και των σκοτεινών δυνάμεων.

Η δεύτερη ηθική θέλει τον άνθρωπο κάπως αδύνατο, στεγνό, με περισσότερο υπερκόσμια κατεύθυνση, με κάποια περιφρόνηση στην γη και στο σώμα του και γενικά με έναν περιορισμό, έναν πνιγμό των σκοτεινών του δυνάμεων.

Αυτοί είναι οι δύο τύποι ηθικής που δημιούργησε η πολιτισμένη ανθρωπότητα και μεταξύ αυτών διεξάγεται η πάλη. Στον μεσαίωνα κυριάρχησε ο δεύτερος τύπος, στην νεώτερη εποχή, και ιδία από την αναγέννηση της τέχνης στην Ιταλία, άρχισε πάλι να καλλιεργείται ο πρώτος τύπος. Βέβαια και οι δύο τύποι έχουν ισχυρά επιχειρήματα για τον εαυτό τους. Και οι δύο τύποι είναι κυρωμένοι και στην νεώτερον εποχή από μεγάλους ανθρώπους.

Αλλά ο πρώτος τύπος, ο αρχαίος, έχει το επιχείρημα ότι στην ζωή πρέπει όλα κανείς να τα εκτιμά και για αυτό άμα θέλει κανείς να φθάσει σε ένα πολιτισμό, σε ένα οργανικό σύνολο πνευματικό, ηθικό και αισθητικό, πρέπει να μορφώσει όλα τα στοιχεία που του προσφέρει η ζωή.

Πάντως στην ζωή της πολιτείας, η οποία θέτει σκοπούς εγκόσμιους και θέλει να πραγματοποιήσει αξίες που να έχουν σχέση με την εγκόσμια ζωή, ο αρχαίος τύπος ηθικής είναι εκείνος που μπορεί να πραγματοποιηθεί, αυτός πραγματοποιεί και την πολιτεία. Στην πολιτεία ερχόμαστε ως παιδιά με δυνάμεις και τάσεις πού χαρακτηρίζει ο αυθορμητισμός της νιότης, αυτήν την νιότη πρέπει να διαπλάσουμε. Η πολιτεία πρέπει και τις γήινες δυνάμεις που έχουμε στην ψυχή μας να μην τις παραμερίσει, αλλά να τις διαμορφώσει, να τις κραταιώσει μάλιστα, διότι από τις γήινες και σκοτεινές δυνάμεις βγαίνει εκείνο που αποκρυσταλλώνεται κατόπιν σε μορφές αισθητικές, καί με αυτές πλάθεται όλος ο πνευματικός και ο ηθικός κόσμος του ανθρώπου.

Και με αυτές τις σκοτεινές και γήινες δυνάμεις πάλεψε ο Πλάτων, αγωνίσθηκε ως που να τις δαμάσει και να τις μορφώσει και να τις ανυψώσει στον φωτεινό ορίζοντα της σκέψεως και να τις φωτίσει με το ιλαρό φώς της αισθητικής του ζωής. Για να φθάσει ο Πλάτων στην ισορροπία και στην μακάρια γαλήνη που χαρακτηρίζει τους διαλόγους του, αν και μέσα τους έχουν τον αγώνα και την διαρκή πάλη, για να φθάσει ο Πλάτων εκεί, πέρασε πρώτα από σκληρούς εσωτερικούς αγώνες, από μία ακατάσχετη πάλη με τον εαυτό του και με το περιβάλλον του. Η σκληρή αυτή πάλη με τις ισχυρές δυνάμεις δεν είναι κατάδηλη στον γλαφυρότατο αυτόν συγγραφέα του κόσμου και για αυτό νόμισαν πολλοί πως ο Πλάτων δεν πάλεψε πολύ για να φθάσει στην γνώση και στην ολοκλήρωση, αλλά πως την ζωή του χαρακτήριζε, μία διαρκή μακαριότητα.

Η αισθητική μορφή, μέσα στην οποία ο τεχνίτης αυτός του λόγου περιτυλίσσει τους εσωτερικούς του αγώνες, κρύβει την σκληρότητα, εις τρόπον ώστε να νομίζει πράγματι κανείς ότι όλα στον Πλάτωνα πηγάζουν αυτόματα από την πηγή της μακαριότητος. Και όμως κάτω από την αισθητική αυτήν μορφή, κάτω από τους ωραίους Πλατωνικούς μύθους και κάτω από την ηρεμία της λογικής του σκέψεως κοιμάται, κρύβεται μια γιγαντιαία δύναμη και μια γιγαντιαία πάλη με κάθε τι που είναι σκοτεινό, με κάθε τι που έρχεται από την γη, όπως και κάτω από τις γαλήνιες και μακάριες μορφές των αρχαίων αγαλμάτων κρύπτεται μια αδιάκοπη πάλη των δημιουργών των με τον εαυτό τους. Η γαλήνη είναι και στον Πλάτωνα, όπως και στην αρχαία πλαστική, αποτέλεσμα μεγάλης δίνης, μεγάλης πάλης, δεν είναι κάτι αυτόματο.

Έτσι αποτελεί ο Πλάτων το κορύφωμα όλου του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, διότι μέσα στον Πλάτωνα πραγματώνονται κλασσικά τα τρία ιδανικά, ενσαρκώνονται οι τρείς κεντρικές ιδέες, προς τις οποίες έτεινε ο αρχαίος πόθος, αποκαλύπτονται μέσα στον Πλάτωνα η γνώση, το ήθος και η ωραιότης,- η αλήθεια, το αγαθό και το κάλλος,- η επιστήμη, η πολιτεία και η τέχνη. Στον Πλάτωνα παίρνει γενικά ο αρχαίος Ελληνικός ιδεαλισμός το πραγματικό αισθητό του σώμα.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button
Close